The New Electric Ballroom
No man is an island / Κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί
Από την Τζωρτζίνα Κακουδάκη – θεατρολόγο
Και η σκληρή αλήθεια μας υπενθυμίζει ότι θα ‘μαστε πάντα μόνοι. Παρά τα γαβγίσματα και τ’ απλωμένα χέρια και τη μεγάλη μας παρόρμηση να είμαστε με άλλους, θα γυρίζουμε πάντοτε πίσω στη μήτρα. Θα γυρίζουμε πάντοτε πίσω στη μήτρα και θα υπενθυμίζουμε στους εαυτούς μας ότι η μήτρα είναι σαφώς προτιμότερη για μας απ’ αυτόν τον «κατασκευασμένο κόσμο». Δε θέλουμε να ‘μαστε μόνοι, όμως είμαστε μόνοι. Δε θέλουμε να είμαστε νησιά, όμως νησιά είμαστε.
Μπρέντα
Η επαφή με τα έργα του Έντα Γουόλς είναι πάντα περιπετειώδης. Τα έργα του είναι πολυεπίπεδα, αν και φαίνεται ότι πατάνε γερά πάνω σε ένα είδος ρεαλισμού, μιας ιστορίας κατά τα φαινόμενα αντιληπτής. Αλλά είναι απορίας άξιο πάντα για το που θέλει να εστιάσει τελικά: κάθε απόπειρα εστίασης για την ερμηνεία του έργου είναι εξίσου καίρια, απόλυτη, μοναδική και συναρπαστική.
Κάπως έτσι ξεκίνησε και η επαφή μας με το New Electric Ballroom. Μια ιστορία σε ένα χωριό της Ιρλανδίας, τόσο οικεία για όσους διαβάζουν λογοτεχνία και βλέπουν ταινίες, τόσο κοντά στην Ιρλανδία της ανάμνησης του παρορμητικού Ήρωα της δύσης του Τζων Μίλινγτον Σίνγκ, της ποιητικής αφαίρεσης των ηρώων, αληθινών και φανταστικών, του Γαλατόδασους του Ντύλαν Τόμας, τόσο κοντά στο πολυσημειακό περιβάλλον του Οδυσσέα του Τζέημς Τζόυς, τόσο απελπισμένο και ανθρώπινο, όπως Tο Τέλος του Παιχνιδιού και τις Ωραίες Μέρες του Σάμουελ Μπέκετ. Τόσο Ιρλανδικό, τόσο σιωπηλό, τόσο ακριβές.
Έχει πέσει μια φοβερή σιωπή στη συζήτηση. Μια απ’ αυτές τις σιωπές που σε κάνουν ν’ ανησυχήσεις για άλλα πράγματα.
Κλάρα
Μια ιστορία με τρεις ώριμες σε ηλικία γυναίκες που κλείνονται στο σπίτι τους ερμητικά, επιμένοντας στις ρωγμές και τις ουτοπίες του παρελθόντος, μετακινώντας την πραγματικότητα εκεί που υπάρχει μυθοπλασία. Δύο μεγάλες σε ηλικία αδελφές που εμμονικά και τελετουργικά προσκολούνται σε μια ιστορία της νεότητάς τους για να μπορούν να επιβεβαιώνουν συνεχώς ότι, αυτό που θα περίμεναν πάντα, έστω ο έρωτας, δεν θα συμβεί. Η πραγματικότητα έχει ανταλχθεί με μία ιστορία του παρελθόντος, και μάλιστα μία παρά λίγο ιστορία, η υπόσχεση μιας ιστορίας που δεν έχει καν ολοκληρωθεί, η αρχή μιας ιστορίας. Μια νεότερη αδελφή, που κολλημένη στην ξεθωριασμένη ουτοπία των αφηγήσεων που άκουγε από τις αδελφές της από παιδί, περιμένει (χωρίς να περιμένει πια) τον έρωτα να χτυπήσει την πόρτα στο απομοωμένο ψαροχώρι της Ιρλανδίας, δουλεύοντας σε ένα εργοστάσιο κονσερβοποιοίας σε μια ζωή εξακολουθητικής ρουτίνας, με μόνη διασκέδαση την ανάμιξη στις ζωές των άλλων. Τρεις γυναίκες δίπλα στην παλίροια των βορείων θαλασσών, πάνω σε ένα νησί, που, όχι μόνο δεν θα πάνε στη Μόσχα, αλλά ούτε καν ως την πλατεία του χωριού.
Οι άνθρωποι μιλάνε απλώς και μόνο για να μιλάνε. Λέξεις που δεν οδηγούν πουθενά. Που δεν έχουνε κανένα λόγο να λέγονται.
Μπρέντα
Το όχημά τους, το όπλο τους, η παρηγοριά τους στην αδράνεια είναι τα λόγια. Η γλώσσα που μιλάμε, σωτηρία και καταδίκη, σκοτεινή δύναμη που διχάζει τους ανθρώπους αλλά και λαμπερή ακτίνα ελπίδας που υπόσχεται την επικοινωνία, την επανασύνδεση με κάτι ουσιώδες. Με υπόγεια λυρικό αν και πάντοτε λιτό τρόπο, οι τρείς τους μιλάνε για την καθημερινότητα, ανασύρωντας μέσα από την γλώσσα ανατριχιαστικές αλήθειες για τα ανθρώπινα πάθη (και απαθή).
Κι όμως, παρ’ όλ’ αυτά, πέρα από την κουβέντα, πολύ βαθύτερη απ’ τη κουβέντα είναι η ανάγκη να συνδεθείς κατά κάποιο τρόπο. Να ανήκεις.
Μπρέντα
Το έργο είναι μακριά από κάθε τι νατουραλιστικό. Η επικοινωνία επιτυγχάνεται μέσα από τις αφηγήσεις και τις ιστορίες. Ο συγγραφέας επιβεβιαώνει την ερώτηση που έχει θέσει στην Φάρσα της οδού Γουόλγορθ: « Τι άλλο είμαστε εκτός από τις ιστορίες μας;». Κώδικας επικοινωνίας τους είναι οι λέξεις. Λέξεις και συνταγμένα ξνοήματα, προτάσεις, θραύσματα ιστοριών, ιστορίες σε άλλη σειρά, συνθήκες που επαναμβάνονται σε άλλες ιστορίες, λόγια που ελείπονται νοήματος, προτάσεις που κατασκευάζονται, πραγματικότητες που προδίδονται για να μπορούν να υπάρχουν ως λογοτεχνικά ξεφτίσματα, διανοητικά κουρέλια. Μια ζωή που η πραγματικότητα των λέξεων υπάρχει μόνο για να μουρμουρίζεται ατελείωτα, να βιώνεται ως υποχρεωτική συνθήκη μιας ζωής μέσω των άλλων, μιας ζωής για τις ιστορίες των άλλων.
Η ιστορία μας σφραγίζει, έτσι δεν είναι; Οπότε τι πιθανότητες έχει οποιοσδήποτε άντρας ή γυναίκα ενάντια στην αδράνεια των λέξεων; Ποια αδράνεια των λέξεων;! Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν υπάρχουν «αδρανείς λέξεις». Οι κουβέντες μας στιγματίζουν, μας καθορίζουν, μας σημαδεύουν. Οι λέξεις μας εγκλωβίζουν.
Μπρέντα
Μια σειρά σχέσεων σε ένταση, που διαρκώς φοβάσαι ό,τι κάτι εκρηκτικό θα συμβεί, σε μια έντονη θεατρικότητα, με κοστούμια, κραγιόν και μουσικές του παρελθόντος όλος ο κόμος γίνεται ξανά μια σκηνή, ηλεκτροφόρα και επικίνδυνη. Μια νέα ηλεκτρική πίστα χορού, υπάρχει πια για πάντα. Με τον ηλεκτρισμό να καίει, χωρίς τα ρομαντικά φεγγρόφωτα και το σκότος των κεριών, μια πίστα χορού ηλεκρισμένη, ετερόφωτη, σε ετοιμότητα να σβήσει και να ανάψει ξαφνικά, αρκεί κάποιος να βάλει πάλι το ρεύμα στην πρίζα. Αυτόν τον ρόλο φαίνεται να παίρνει η ΄Αντα, σαν ένα είδος υπερ- σκηνοθέτη, που καθοδηγεί τις ιστορίες για να συμβούν ξανά και ξανά όπως παλιά, για να φωτίζει την σκιώδη αυτή υποσεινήδητη περιοχή του παρελθόντος.
Τίποτα δεν κινείται γιατί τίποτα δεν είν’ αληθινό.
΄Αντα
Όπως κάθε ερμητικά κλειστό σύστημα έτσι και το σύστημα αυτών των γναικών έχει έναν καταλύτη, ένας ξενιστή. Αυτόν τον λένε Πάτσυ και έρχεται με την παλίρροια για να φέρει...ψάρια. Ψάρια: ό,τι υπάρχει γύρω από ένα νησί, ψάρια, όντα με ελάχιστη μνήμη, ψάρια ιερά σύμβολα θυσίας σε έναν χριστιανικό κόσμο ενοχής και αυτοτιμωρίας. Ο Πάτσυ λειτουργεί ως πιθανότητα σωτηρίας και επανασύνδεσης με το παρόν. Ωστόσο η κενή του ζωή, η ανιερή επανάληψη της δικής του πραγματικότητας κάνει τον Πάτσυ πιο επιρεπή να ενταχθεί στον δικό τους κόσμο παρά να τις βγάλει από τον ερμητικό δικό τους. Ο Πάτσυ, που αντιλαμβάνεται την κενότητα της καθημερινότητάς του, την έλειψη πραγματικών εμπειριών, που αποτυγχάνει να γοητεύσει την Άντα μέσα από την πεζή λειτουργία των πραγμάτων, γίνεται ο μοχλός μιας νέας ιστορίας, βρίσκει έναν τρόπο να υπάρξει «λογοτεχνικά» σε μια συνθήκη, λίγο τουλάχιστον μεγαλύτερη από την ζωή και συμμετέχει στον θεατρικό κόσμο του σπιτιού του Βallroom προβάλλοντας την έννοια, που οι αδελφές μπορούν καλά να καταλάβουν μέσα και πέρα από τις λέξεις: εδώ μιλάμε για την μοναξιά.
Στέκομαι ακίνητος αλλά βαδίζω ήδη στο δρόμο της μοναξιάς και κάθε μέτρο που βάζω πίσω μου αυξάνει την απόσταση ανάμεσα σε μένα και την όποια επιθυμία γι’ αυτό που είναι να ‘σαι ερωτευμένος, γι’ αυτή την παρακινδυνευμένη αγάπη.
Πάτσυ
Παρά την κάθε έκπτωσηκαι απμόνωση της πραγματικότητας η πραγματικότητα δεν παύει να υπάρχει. Παρά την συνηδειτητή απόρριψη της ζωής και τον εγκλεισμό των λέξεων οι χαρακτήρες του έργου είναι πέρα για πέρα αληθινοί, πέρα για πέρα αλληλοεξαρτώμενοι, ετεροπροσδιορισμένοι, υπάρχουν εξαιτίας και μέσα από τους άλλους και κάθε νέα επαφή αλλάζει όλο αυτό το ιδιότυπο οικο...σύστημα. Κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί. Το νησί είναι η κορυφή της γης, ακόμα κι όταν είναι κρυμμένη βαθιά στην θάλασσα, αποτελώντας κομμάτι του ίδιου, εκρηκτικού φλυού, πέρα για πέρα γήινου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
H ιστορία των γυναικών του Νew Electric Ballroom δεν μπορεί παρά να θυμίσει στον θεατή την αληθινή ιστορία της Ίντιθ Μπουβιέ Μπέηλ και της κόρης της Έντι, θείας και πρώτης ξαδέλφης της Τζάκι Ωνάσση Κέννεντι. Οι δύο γυναίκες, ανίκανες να συντηρίσουν οικονομικά και αισθητικά την ζωή τους, που άλλαξε ραγδαία μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, κλείστηκαν στην κάποτε πολυτελή τους έπαυλη των 28 δωματίων, γνωστή και ως Grey Gardens. Η μητέρα, κάποτε σοπράνο και γνωστή κοσμική της αριστοκρατίας της Νέας Υόρκης. Η κόρη, πολλά υποσχόμενη αλλά αποτυχημένη χορεύτρια, μοντέλο και ηθοποιός περιορίστηκε σε ένα δωμάτιο της έπαυλης, όταν η μητέρα της απέκτησε κινητικά πρόβλήμτα και δεν ξαναέφυγε ποτέ από εκεί. Με αφορμή την απειλή έξωσης για υγειονομικούς λόγους το 1976 (η έπαυλη ήταν πλήρως εγκαταλελειμένη με άγρια βλάστηση και τροκτικά στους κήπους της) η κινηματογραφική ομάδα των Albert and David Maysles γύρισε ένα ντοκυμαντέρ με τίτλο Grey Gardens, που αποτύπωσε με συγκλονιστική ακρίβεια τις ιδιότυπες και αποκλειστικές σχέσεις μάνας και κόρης και την περίεργη ζωή τους, στην οποία συμμετείχε μόνο ένα νεαρό αγόρι που τις προμήθευε συστηματικά με ελάχιστα τρόφιμα και, κυρίως, κονσέρβες ψαριών για τις δεκάδες γάτες που έμεναν μαζί τους στο μοναδικό, σε λειτουργία, δωμάτιο της έπαυλης.
***Η μετάφραση των αποσπασμάτων του έργου The New Electric Ballroom έχει γίνει από την Γεωργία Ψυχογυιού.
Με αφορμή την παράσταση The New Electric Ballroom- Edna Walsh, 2009, σκηνοθεσία Δημήτρης Καρατζάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου